Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Θα λέω ψέματα πως δε θα ξαναφύγω...

(εικόνα του Alexander Jansson)

Γυροφέρνω το σπίτι να βρω μια ελεύθερη γωνιά στο πάτωμα. Κείνη πλάι στη μπαλκονόπορτα, που μου επιτρέπει να κοιτώ έξω, είναι πιασμένη. Τέσσερις τοίχοι μου προσφέρουν επ' αμοιβής ένα τιποτένιο άσυλο. Τελικά δεν έχω την πολυτέλεια της περαιτέρω αναζήτησης, ο πόνος με διπλώνει στα δύο εκεί ακριβώς που στέκομαι... Έχω ένα χρώμα λευκό, σχεδόν νεκροφανές. Τα άκρα μου παγωμένα. Τρέμω κατά διαστήματα. Λες και ξαφνικά έπεσε η θερμοκρασία στο δωμάτιο. Η σκέψη μου χάνεται εντελώς...
Ο χειμώνας τούτος ήταν ατέλειωτος και ξεκίνησε μήνες νωρίτερα. Αναρωτιέμαι αν θα μυρίζει καλοκαίρι πίσω στο νησί. Αν ο ουρανός είναι καθάριος τα βράδια. Καμιά φορά όταν κοιτάς ψηλά νιώθεις τη μοναξιά να μικραίνει, έστω στιγμιαία. Νιώθεις ένα τίποτα μέσα στ' απέραντο. Κι όμως περιμένεις. Περιμένεις να νιώσεις ένα κάτι. Ένα απροσδιόριστο συναίσθημα. Σα λαχτάρα για μια αγκαλιά που ποτέ δε θα 'ρθει. Και δεν είναι που θα μείνεις μόνη. Απλά να... Είναι όλα τούτα τα τραγούδια που έμαθες και δεν έχεις να τα μοιραστείς με κάποιον. Το μολύβι που δεν ακουμπάς πια. Οι σκέψεις που μένουν μετέωρες και μετά χάνονται. Οι φλόγες που μόνες ανάβουν, μόνες σβήνουν. Οι αλλαγές που κανείς δεν παρατηρεί... Η σιωπή...
Δε μ' αρέσει πια το ίδιο κρασί. Ούτε ελπίζω στα ίδια πράγματα. Χαμογελώ στον κόσμο. Δεν πνίγομαι στα λεωφορεία. Ελάττωσα τα αποσιωπητικά στα κείμενα. Δε γράφω ποιήματα. Ούτε παίζω τις ίδιες σονάτες στο πιάνο. Δεν περιμένω απ' τους ανθρώπους να καταλάβουν. Ακούω τους πάντες και δε μιλώ σε κανέναν. Όλα κλεισμένα σ' ένα εσώτερο σύμπαν. Κι όμως, έτοιμα να τρέξουν σα χείμαρρος προς τα έξω στο πρώτο βαθύ άγγιγμα. Αν υπήρχε...
Κι αν με ρωτήσεις τι μου λείπει, θα σου πω όλα τα μικρά πράγματα που μου έρχονται στο μυαλό. Μου λείπουν οι ώρες που σκορπούσα σε κείνο το υπόγειο βιβλιοπωλείο. Και τα μαθήματα στο υπόγειο σπίτι με κείνον τον υπέροχο άνθρωπο που πάντα με έκανε να γελάω, έστω κι αν πριν πέντε λεπτά ήμουν του θανατά. Τα πρωινά που ανέτελλαν με Παυλίδη. Οι αλκοολούχες νύχτες με τους φίλους που δεν ήθελα να τελειώσουν και κείνο το γιασεμί πιο κάτω απ' τη Μέθεξη. Οι υπογραμμίσεις στις φράσεις που μου άρεσαν. Οι διαδρομές με τ' αυτοκίνητο. Οι βραδυνές μοναχικές βόλτες ακούγοντας πειραγμένες μουσικές και κάνοντας ολόκληρο κύκλο για να μην περάσω από κείνο το σημείο στην επιστροφή. Κι όλα τα μικρά πράγματα που έφτιαχναν εμένα... Μου λείπει το κορίτσι εκείνο που ήμουν. Με τα όνειρα του τα υπολογίσιμα, τις αλώβητες ελπίδες και την αφελή του πίστη στα δύο προηγούμενα...
Κι αναρωτιέμαι, αν, τώρα που θα γυρίσω, θα μπορώ να αποτάξω ολότελα τον αλλιώτικο εαυτό.
Αν μπει μέσα μου ο γνώριμος, και κάτσουμε παρέα στην παλιά μου γωνία...
Κι αν ανοίξει το τετράδιο και μου γράψει "Θα μείνω"...

7 σχόλια:

cho2499 είπε...

Ρε ανατριχιασα! Λες και ειδα παλι κι εγω τους δικους μου προηγουμενους μηνες! Μονο που εγω δεν ειχα ενα σημειο, ειχα πολλα, πλατειες, δρομους, ουτε στην εκκλησια δεν εβρισκα ησυχια. Τεσπα. Για να το ριξω στο ακυρο, μιας και τα σοβαρα πραγματα συνηθως δε λεγονατι ετσι, τωρα τι κρασι προτιμας;

ΝΑΪΑΔΑ είπε...

παντα τα μικρα ειναι και τα πιο σημαντικα τελικα...
εκεινα που μας λειπουν οταν σταματησουμε να τα εχουμε...
αναρωτιεμαι αν βρισκουμε ξανα ποτε αυτο που καποτε ημασταν η' αν το χανουμε εντελει ολοτελα...εξαρχης...

νεραιδενια σου φιλακια καλη μου!!!

Αερικό είπε...

Το μολύβι να το ξαναπιάσεις, κάνει καλό. :)

Ανώνυμος είπε...

συμφωνω με την cho2499.
υπερβολικα δυνατο οπως ολα.

Άνεμος είπε...

Πόσο σε καταλαβαίνω...

Πόσο λησμωνούμε τέτοιες καταστάσεις... Πόσο λυπόμαστε όταν το τώρα δεν είναι το ίδιο ωραίο με το παρελθόν που έχουμε ζήσει...
Σε νιώθω... αλλά λύση δε βρίσκω...

φιλάκια!

Άρτεμις είπε...

cho2499...
Το κρασί που θα σου κεράσω.
Σε περιμένω.

ΝΑΪΑΔΑ...
Ακροβάτη μου κουράγιο.
Έχεις άγγελο να σε προσέχει.

Nemesis Divina...
Μπορεί να σταμάτησα το γραμμικό, το μολύβι όμως πάντα κάπου θα τριγυρνά τελικά.

Adigoni...
Αδυναμίες.

Άνεμος...
Δε βρίσκουμε τις λύσεις.
Ίσως μας βρίσκουν εκείνες.
Φιλιά αγέρα.

Ανώνυμος είπε...

Ο λυρισμός της ατμόσφαιρας κάποιες βραδιές αρκεί για να μας θέσει στα πιο αδύναμα πλάσματα σε αυτή την πόλη. Καταραμένοι συναισθηματισμοί. Και όταν το επόμενο βράδυ αργήσει να έρθει, συνήθως έρχεται η λησμονιά μίας εικόνας που θύμιζε μία πολύ μακρινή πραγματικότητα. Είναι μακριά αυτές οι στιγμές. Αλλάζεις μακριά τους. Άραγε να λείπει όμως ένας παλιός εαυτός, είμαστε τόσο δεμένοι με ένα παρελθόν ή όλο αυτό είναι από μία ανάγκη να χαρίσουμε ένα βαθύ συναίσθημα;