Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Παράφρων

"Θαρρούσα ώς τώρα -φίλοι μου καλοί-
θαρρούσα ώς τώρα...
πώς όλα τα πράματα
βαδίζουν στη γη
με το αληθινό τους χρώμα.
Η Χαρά άσπρη.
Η Θλίψη χλωμή.
Ο Έρωτας ρόδινος.
Ο Θάνατος μαύρος.
Έτσι θαρρούσα...
Και περνούσα τις μέρες μου,
με τα χρώματά μου τακτοποιημένα.
Με τα όνειρά μου συγυρισμένα.
Μέ τα ποιήματά μου καθαρογραμμένα...
Γιατί έτσι τά 'βλεπα.
Έτσι νόμιζα...
"
Μ. Λουντέμης



Κάποτε μου μιλούσε για θεούς των ουρανών. Απ' αυτούς που πάνε παρέα με δαίμονες. Που 'φτιάξαν παραδείσους για να μας ρίχνουν στην κόλαση. Κι όποτε τη ρωτούσα κάτι παραπάνω για κείνους, κόμπιαζε, δεν είχε να μου πει. 
Φαινόταν αστείο, μα δε μ' ένοιαζε.
Φίλη την ονομάτιζα για μέρες. Σιωπούσα και την άκουγα να μου λέει πως για αλήθειες γράφω. Κι εγώ έγραφα. Όχι για να μου λέει, απλά έγραφα. Στις λέξεις όμως βλέπει ο καθείς ότι γουστάρει. Γιατί είναι καθρέφτες. Κοιτούσα κι αντίκριζα τον κόσμο, παράταιρα από μένα. Μακρινό. Πότε Λευκό, πότε Μαύρο, πότε με στάλες Κόκκινες ποτισμένο - Δεν ξέρω αν ήταν απ' αγάπη ή απ' του πόνου τα φιλιά. Κοιτούσα. 
Εκείνη δε ξέρω τι αντίκριζε. Θυμάμαι μόνο μια μέρα που με ρώτησε αν σκέφτομαι να βάλω τέλος. Χαμογέλασα. "Και τι είμαι εγώ να βάλω τέλος σε κάτι που δεν μου ανήκει ?". Απόρησε το βλέμμα της. "Πως γίνεται η ζωή σου να μη σ' ανήκει ?" θα ρωτούσε. Μα δεν ήθελε να κουράζεται ποτέ με σκέψεις. Ούτε και τώρα. Μου έκλεισε τη μουσική, ήταν πολύ παρακμιακή για τα γούστα της. Φόρεσε τ' ασυνείδητα κι έφυγε. Θα 'θελα να της εξηγήσω, εγώ - σαν άνθρωπος που τίποτα δεν ξέρει, πως είναι να 'σαι λεύτερος να κάνεις ότι θέλουν - οι άλλοι για σένα. Μα δεν την έμπασα στον κόσμο μου, την άφησα να φύγει. Ποτέ δεν ήταν εδώ έτσι κι αλλιώς.
 Μου άφησε μες στο τασάκι κάτι στάχτες. Τις άπλωσα πάνω στα χαρτιά μου. Να ποτιστούν απ' το μελάνι, να μάθω να γράφω τη λέξη απομυθοποίηση
Χαίρει ιδιαίτερης χρησιμότητας πλέον. 
 "Εγώ πιστεύω στους θεούς τους κάτω, κείνους που μέσα στους ανθρώπους κρύβονται. Που κάνουν και λάθη και σωστά, που σέρνονται μαζί με εμάς στο χώμα μα κρατούν το βλέμμα στ' άστρα, που μοιράζουν τη ψυχή τους σ' ανώνυμες λέξεις μα μπορούν και την κρατούν ατόφια, αλώβητη, γιατί ότι λένε το πιστεύουν, το ζουν, το πράττουν και το υπερασπίζονται μπροστά στην κάθε ανάγκη που λυσσάει να τους καταπιεί...". Τούτα τα λόγια της είπα και της προξένησαν γέλιο ανυπόφορα γάργαρο. "Δεν υπάρχουν ρε μαλάκα τέτοια, που ζεις ? Μόνη σου έχεις μείνει...". 
Ας είναι... 

Εγώ στον κόσμο μου ζω...



"Και ποια είναι η πιο αψηλή εντολή;
Ν’ αρνηθείς όλες τις παρηγοριές
-θεούς, πατρίδες, ηθικές, αλήθειες -
ν’ απομείνεις μόνος
και ν’ αρχίσεις να πλάθεις εσύ,
με μοναχά τη δύναμή σου, έναν κόσμο
που να μην ντροπιάζει την καρδιά σου..."
Ν. Καζαντζάκης
.

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

World so cold

Δε μπορώ ν' αποφασίσω αν τον συμπαθώ ή όχι. Δε με νοιάζει και πολύ ειν' η αλήθεια, καθόλου δε με νοιάζει. Ρώτησε μονάχα που θέλω να πάμε για καφέ κι αν θα πάρουμε το αστικό μέχρι τη Ναυαρίνου. Το σίγουρο είναι ότι έδωσα γι' άλλη μια φορά τη λάθος εντύπωση. Σα να 'χω ξεχάσει τι πρέπει να κάνει κανείς για να γνωρίσει καινούριους ανθρώπους. Τόσα χρόνια έχτιζα μια φυλακή, με αόρατα κάγκελα. Δεν τα βλέπεις, δε φαίνονται. Μα όταν πάω να κάνω ένα βήμα παραπέρα, πέφτω απάνω τους και μου κόβουν τη φόρα. Κι επειδή απ' την πρόσκρουση σχηματίζεται μια σκιά πόνου στα μάτια, νομίζει ο άλλος ότι σκοτεινιάζω εύκολα. Δε βλέπει την αιτία, στέκει μονάχα για λίγο μπροστά στο αποτέλεσμα κι ύστερα συνήθως απομακρύνεται. Μα θα το διορθώσω κι αυτό, το υποσχέθηκα σε μένα. Όλα απ' την αρχή θα τα φτιάξω, ίδια κι αλλιώτικα...
Μπορώ ξεκάθαρα να το πω πλέον, κάθε μου πλάνο ανατράπηκε. Πόσο μαλάκας μπορεί να είναι κάποιος που προσπαθεί και καλά να σχεδιάσει τη ζωή... Μόνη της φτιάχνει το δρόμο της. Αυτό που κάνουμε εμείς είναι ν' αποφασίσουμε αν θα είναι ποτάμι ή χείμαρρος, προσπαθώντας να αποφύγουμε τα λιμνάσματα. Γιατί τα στάσιμα νερά γίνονται βούρκος, κι άντε κρατήσου ψυχή μου καθάρια εκεί μέσα... Όσα φράγματα κι αν συναντήσεις, απλά άσε να συσσωρεύεται η προσπάθεια, μόνο έτσι λένε θα τα σπάσεις, και θα συνεχίσεις με δύναμη περίσσεια. Αφού έμαθες τις πτώσεις, έμαθες τι είναι να μην έχεις από που να πιαστείς και να πρέπει μόνη να μάθεις να σηκώνεσαι. Σε λιγάκι μπορεί να λες πως δεν ήταν και τίποτα. Έτσι κι αλλιώς τόσα παθαίνουμε, τόσα αντέχουμε και παραπάνω, πάντα παραπάνω. Το ισοζύγιο χαράς/λύπης δεν φτιάχτηκε για να ισορροπεί, φτιάχτηκε για να καταλάβεις ότι η ευτυχία δεν είναι εφάπαξ που θα στο στείλει η ζωή στα εξηνταπέντε σου...
Είμαι εδώ και δεν ξέρω για πόσο. Με απέρριψε μέχρι και το πανεπιστήμιο σ' αυτή την πόλη. Κι ενώ δεν είμαι καλά, δε θέλω να φύγω επειδή απλά δε με δέχτηκαν. Θέλω να φύγω όταν θα τα 'χω ξεγράψει όλα εγώ και κανείς άλλος. Δεν προσμένω ν' ακούσω καμιά απάντηση τους. Μονάχα περιμένω να βραδιάζει για να κατεβαίνω στην παραλία και να 'ναι πήχτρα σκοτάδι. Να κάνω διαδρομές δίχως να ξέρω τον προορισμό, αρκεί να 'χω συντροφιά τις μουσικές μου. Κι είναι όμορφα τώρα που μυρίζει χειμώνας γιατί το κρύο σε μουδιάζει και οι ανάσες ζωγραφίζονται στον αέρα...
Είναι σαν να πείθομαι για λίγες στιγμές ότι φταίει ο καιρός που ο κόσμος είναι τόσο παγωμένος...

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010

And sometimes I despair. At who I 've become...




Είναι στιγμές που οι λέξεις δεν φτάνουν να περιγράψουν τίποτα... Που δεν αντέχουν να σηκώσουν το κενό που έχω μέσα μου... Δειλιάζω να γράψω πλέον... Τα ίδια και τα ίδια κάθε φορά... Ξεγυμνώνω μια πραγματικότητα που δεν αντέχω να ζω και δεν ξέρω πως ν' αλλάξω...
Το τζάμι θαμπώνει απ' τον πυρετό και τις ανάσες, μα δε ζωγραφίζω πια αστέρια στην υγρασία του. Τα δάχτυλα είναι βρεγμένα απ' τα δάκρυα που σκουπίζουν κάθε τόσο... Παραιτούμαι κάθε μέρα όλο και πιο πολύ... Ο ίδιος μου ο εαυτός μου προκαλεί απόγνωση. Με ρωτάει "γιατί ?" μα απάντηση δεν έχω να του δώσω... Η μάνα μου μου λέει "με απογοητεύεις" και τι να της πω... "Συγγνώμη" ? "Το ξέρω" ? "Βοήθησε με" ? Τίποτα... Σκύβω το κεφάλι και δε μιλώ... Κι εκείνη να προσπαθεί να βγάλει άκρη μαζί μου... "Γιατί ? Αφού είσαι τόσο καλό παιδί... Γιατί ?" Καλό παιδί... Πότε μετρούσε η καλοσύνη εδώ και ποιος την υπολογίζει πια... Εγώ τον εαυτό μου τον έχω χάσει... Ούτε που ξέρω τι μου συμβαίνει... Γιατί δεν βρίσκω πλέον ευχαρίστηση σε τίποτα... Γιατί στέρεψαν οι λέξεις, οι ιδέες, στέρεψε και το κουράγιο... Δεν θα 'πρεπε να νιώθω έτσι, δεν έχω το δικαίωμα... Παίζω κρυφτό με τα συναισθήματα, καμουφλαρισμένη η θλίψη πίσω από χαμόγελα τυπικά... Μα όταν κοιτάζω τον καθρέφτη να μου λέει "απέτυχες", ξέρω πως έχει δίκιο...
Το κεφάλι μου τα φταίει, η αφέλεια τούτη, που όλα αλλιώτικα τα πίστευε κι αλλιώτικα τα αντικρίζει... Μου 'παν στα δύσκολα φαίνεται ο άνθρωπος. Όταν πέφτεις και πρέπει να ξανασηκωθείς καταλαβαίνεις τι κατοικεί στην αριστερή μεριά του στήθους σου... Ποιο χρώμα έχει το αίμα που κυλά μέσα σου, και ποιο τα μάτια σου όταν καθρεφτίζουν τον κόσμο... Απ' τα λάθη μαθαίνει κανείς... Κι αν έχασες το δρόμο, λένε, ούτε ο πρώτος είσαι ούτε ο τελευταίος... Ο μόνος τρόπος να καταλάβεις είναι να πονέσεις κι εσύ, όπως τόσοι άλλοι... Τι να το κάνεις όμως όταν σε τρώει η μοναξιά εδώ και κλείνεσαι όλο και πιο πολύ στον εαυτό σου...
Δε είναι που όλα πήραν το χρώμα της στάχτης...
Είναι που όλα στάχτη θυμίζουν...
Και ποια φωτιά σου να μείνει αναμμένη μες το χειμώνα του κόσμου, να σε κρατά ζωντανή...